Ἅλεες

Ἅλεες
Ἅλις
masc nom/voc pl (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἁλέες — ἁ̱λέες , ἁλής thronged masc/fem nom/voc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἅλεες — ἄ̱λεες , ἀλέω grind imperf ind act 2nd sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαβύρινθος — I (Ανατ.). Οστεοϋμενώδες σύστημα που βρίσκεται μέσα στο λιθοειδές οστό (μέρος του κροταφικού οστού)· αποτελεί το έσω ους και περιέχει τα περιφερικά όργανα, που έχουν ως προορισμό την υποδοχή των ηχητικών ερεθισμάτων (ακοή) και την αντίληψη της… …   Dictionary of Greek

  • Κάδιξ — (ισπαν. Cάdiz, ορθή προφορά Κάντιθ). Πόλη (133.363 κάτ. το 2001) της νοτιοδυτικής Ισπανίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (7.440 τ. χλμ., 1.116.491 κάτ. το 2001) στην Ανδαλουσία. Ιδρύθηκε από τους Φοίνικες πριν από το 1000 π.Χ. ως εμπορείο,… …   Dictionary of Greek

  • Λε Νοτρ, Αντρέ — (Andrè Le Nôtre, Παρίσι 1613 – 1700). Γάλλος αρχιτέκτονας κήπων. Ο πατέρας του, Ζαν Λε Νοτρ, ήταν κηπουρός του Λουδοβίκου ΙΓ’. Ο ίδιος σπούδασε αρχικά ζωγραφική με τον Σιμόν Βουέ και ύστερα αρχιτεκτονική. Το 1637 διαδέχτηκε τον πατέρα του στο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”